όποιος έχει καλύτερη εκτέλεση από αυτη
ας μου το πει παρακαλω πολυ!
η γυναίκα αυτη, απλα γράφει το τραγούδι
απ' την αρχη εκείνη τη στιγμη
δείτε πως ψάχνει το συναίσθημα
πάνω στο πιάνο,
μέσα της, γύρω της... ΥΠΕΡΟΧΗ!
υ.γ. στην αρχη αναρωτιέται ποια στο καλο περίπτωση
οδήγησε κάποιον να γράψει ένα τέτοιο τραγούδι...
"...το πλήθος
που μας συνθλίβει τον έναν πάνω στον άλλον
φτιάχνοντας σώμα ένα
κι έτσι, πλέουμε αβίαστα
έτσι αλυσσοδεμένοι
κι έτσι μας αφήνει και τους δύο
εκπληρωμένους, μεθυσμένους κι ευτυχεις... "
αν και προτιμω την εκτέλεση του Δημητράτου
σε τούτη εδω ο Μάνος Ελευθερίου παρακολουθει το τραγούδι
με κατάνυξη
πώς φαίνεται πως κάθε γράμμα πού 'χει γράψει
είναι κομμάτι απ τη σάρκα και την ψυχη του...
κάποια στιγμη ζητάει στυλο και χαρτι και γράφει
ο Μπάμπης δίπλα του παρακολουθει εκστατικος
όταν η κάμερα κάνει μια βόλτα στην παρέα
μπορει κάποιος να διαπιστώσει
πόσοι από όσους είναι εκει
έχουν αληθινα πονέσει για κάποια τραγούδια
κι όχι μόνο...
είν' πανάκριβο σου λέω ν' αγαπάς
και είναι πανάκριβο κι αδιάφορο από περίτεχνα περιτυλίγματα
κρυστάλλινες φωνες
ακριβες ενορχηστρώσεις
και ξενέρωτα ντεκορ...
Στάσου λιγάκι πιο κοντά στη σιωπή
και μάζεψε τα μαλλιά της νύχτας
αυτής που ονειρεύεται γυμνό το σώμα της.
Έχει πολλούς ορίζοντες, πολλές πυξίδες,
και μια μοίρα που καίει ακούραστη κάθε φορά και τα πενήντα δύο χαρτιά της.
Ύστερα ξαναρχίζει με κάτι άλλο - με το χέρι σου,
που του δίνει μαργαριτάρια για να βρει έναν πόθο,
ένα νησίδιο ύπνου.
Στάσου λιγάκι πιο κοντά στη σιωπή
κι αγκάλιασε την πελώριαν άγκυρα που ηγεμονεύει στους βυθούς.
Σε λίγο θα 'ναι στα σύννεφα.
Κι εσύ δε θα καταλαβαίνεις, μα θα κλαις, θα κλαις για να σε φιλήσω,
κι όταν πάω ν' ανοίξω μια σχισμή στο ψέμα,
έναν μικρό γαλανό φεγγίτη στη μέθη,
θα με δαγκάσεις.
Μικρή, ζηλιάρα της ψυχής μου σκιά,
γεννήτρα μιας μουσικής κάτω απ' το σεληνόφωτο
no maps the compass's stopped showing northwest the sweat a pest the hourglass dropped no gaps the watch is broken showing the time don't mind the crime it will be forgotten
Κύριε, είμαι ένας άθεος! Και είμαι αδερφός
του χαρτοπαίχτη, του μπεκρή. Και σάρκα έχω και αίμα.
Κι όπως εχώρισες εσύ τα σκότη από το φως
έτσι χωρίζω κι αγαπώ-απ΄ το σωστό-το ψέμα.
Το κρίμα θέλω! Είν' όμορφη η αμαρτία. Πολύ
εσύ με θέλησες αγνόν-δεν είμαι, οι άλλοι, οι άλλοι,
οι εκπεσμένοι, οι αμαρτωλοί. Οι μούργοι-κι είν' πολλοί-
τι τάχα λεν; κι είναι αδερφοί. Τι ξέρουν; Κι είν 'μεγάλοι.
Και είμαι, Κύριε, άθεος. Και το κακό αγαπώ.
Κι εμέ μ' αρέσει η ζαβολιά, η γυναίκα του κοντά μου,
τόσο, που ακόμα το φονιά-ανάγκη να το πω;-
τον έχεις κάμει όμοιον μου κι οστό απ' τα οστά μου.
Κι είμ' άθεος! Καρδίας συ που ετάζεις και νεφρούς,
πρόσεχε: αγαπώ πολύ τα «πλήθη αμαρτιών μου».
Συ που νεφέλας ανιστάς και ξαναζείς νεκρούς,
-στ' άνθισμα είμαι των παθών-τα αίσχη πλήθυνόν μου
για σένα
που κρατήθηκες γατζωμένη με τα δόντια
απ τις κουρασμένες μου ανεμόσκαλες
αψηφώντας το μπότζι
πού 'φερνε το κύμμα
στο φρύδι της κουπαστης
που ξεγέλασες τις μέδουσες
και δεν ενέδωσες στις φωτοβολίδες
που καλούσαν για εγκατάλειψη
για σένα
πού 'χες στο στήθος κρεμμασμένο
το φυλαχτο της έμπνευσης
της θάλασσας το προσκυνητάρι
κρυμμένο στα μάτια σου
και στα μαλλια σου
η αρμύρα έφτιαχνε φωλιες για θαλασσοπούλια
που πάλεψες
για ν' ανέβεις στο γλυστερο κατάστρωμα
για σένα
που τα γυμνα σου πόδια
πληγώσανε τη λαμαρίνα
που τα χέρια σου κόψανε τους κάβους
και μπαλώσανε τα πανια τα σκισμένα
που δεν φοβήθηκες
που ανάθρεψες το λυτρωμο σου
κι έπειτα τον χάρισες
για σένα
που του λόγου σου τώρα σουλατσάρεις περήφανα
καπετάνισσα στη γέφυρα
και γοργόνα στην πλώρη
που ακους τη μουσικη στην προπέλα
που γουργουρίζει υποβρύχια
που ένα σου χάδι σπάζει τη σκουρια απ τις άγκυρες
που αναπολεις τις νύχτες
στη ζεστασια της μηχανης
και τα λεπτα σου δάχτυλα
αγαπήσαν τη μουτζούρα του καμμένου λαδιου
για σένα
που σαν σε τρακάρω
πάνω στη σκάτζα της βάρδυας
θα σε κρατήσω δεμμένη πάνω στη μπούμα
σαν Προμηθέα του φεγγαριου
για ένα, έστω, βράδυ
για να χορτάσω απ τον ιδρώτα σου
για σένα
που μοναχά με μια ματια σου
μπορεις να κουλαντρίσεις
τα σμάρια απ τα χαλασμένα μου όνειρα
για σένα θα γράψω
κι όταν
με συγχωρέσει η θάλασσα
κι αν υπάρχεις, σ' αποκαλύψει,
και μ' ευλογήσει να σε γνωρίσω στ' αλήθεια,
τότε,
θα σου χαρίσω
χαρτια
μελάνια
στουπι
καρδια
κορμι
ψυχη
και μοναχα το μυαλο
θ' αφήσω λεύτερο
για να μπορει κι έτσι να σ' ονειρεύεται
κι ένα χέρι
για να σου γράφει...
δεν γνωρίζω
από που πηγάζει αυτη η αισιοδοξία
κι η αρκούντως καλη διάθεση...
μα μήπως έχει σημασία;
ίσως είναι μια κλωτσια του υποσυνείδητου
που κουράστηκε να μιζεριάζει παραπονούμενο :))
τέντα πολύχρωμη
και τσίρκο
και μπουλούκι
κάποτε μού 'πες "σ' αγαπω"
χωρις να σε ρωτήσω
του ακροβάτη η στολη
κρυμμένη στο σεντούκι
είναι καιρος να σ' αρνηθω
χωρίς να σε μισήσω
θίασος ξέμπαρκος
και φώτα
και παζάρι
κάποτε είχα τ' όνειρο
τώρα με τρώει το φίδι
κλουβι ασημοστόλιστο
σε πίστα από χορτάρι
σάλτο μορτάλε στο κενο
κι ο κίνδυνος στολίδι
ληγμένο εισητήριο
και κλόουν
και λιοντάρι
κάποτε ήμουν δαμαστης
θεριών φυλακισμένων
σήκωσα μ' ένα δάχτυλο
εφτα βουνων τα βάρη
κι έπειτα εξορίστηκα
στη γη των κολασμένων...
δεν έχει μουσικη απόψε
ούτε όρια
κείνα που τα διαφέντευαν
γλύστρισαν στον αχόρταγο οισοφάγο της νύχτας
δεν έχει ούτε θυμο
ούτε απογοήτευση
αγάπη
ίχνη
φως
απόψε έχει σιωπη
γι αυτο γράφω
μην και την ξορκίσω
μα και πάλι,
πίσω από κείνη
ασφυκτιουν κάτι νότες ξέμπαρκες
καλύτερα παρ' όλα αυτα η σιωπη
άσπονδή μου φίλη
αποφορα ήχων που βαρέθηκαν
σωσμένα καντήλια
σε μνημείο πεσόντων ιδανικων
λόγια που επιστρέφουν πιο αμείλικτα
να βρουν χτισμένο τον τοίχο
πέτρα την πέτρα
απ' τα περισεύματα λιθοβολισμων
σιωπη
όχι ησυχία
σιωπή!
δεν έχει μουσικη απόψε
ούτε υπόσταση
ρίχτα στο φεγγάρι, θα πεις,
στρογγυλοκαθισμένο
πάνω απ' το Σούνιο
συντελει στην άκρατη απουσία ήχων
δεν έχει συντροφια το φεγγάρι
μόνο τα μάτια που το κοιτάζουν
δεν έχει ήχους εκει
εδω
λουφάζουνε οι συνειρμοι
κι ακροβατουν οι στερημένοι στεναγμοι στον αέρα
τον μαθαίνω να μιλάει τον άνεμο
άλφα
ωμέγα
ρο
έψιλον...
δεν έχει μουσικη απόψε
κάτω στην παραλία
υπόκωφοι υπαινιγμοι κυμματισμών...
ναι,
σιωπη...
κι άξαφνα!
ένα υπερωκεάνειο ουρλιαχτο από χρώμα
μ' έναν εξαίσιο παφλασμο
το φεγγάρι πέφτει στην πλάτη της θάλασσας
στην αγκαλιά της, θα πεις,
μπορει να είμαι πια κουφος,
μα αυτα τα χρώματα
σαν μουσικη απλώνονται
άλλοτε νωχελικες μπαλάντες
κι άλλοτε δαιμονισμένα κρεσέντο
σ' ορίζοντα νυχτερινο
σκίζουνε πέτρες
οργώνουν κύμματα
αναπηδουν στις αρχαίες κολώνες
και προσνηώνονται στα πόδια μας
εκει που κορφοφιλάει η μάγισσα τα βράχια
κι ας μην έχει μουσικη απόψε
τα οπτικα μας νεύρα χορεύουν καντρίλιες
ας έχει σιωπη, σου λέω,
ό,τι έπρεπε να ειπωθει
ακούστηκε ξεκάθαρα....
στης κόλασης τις ξώβεργες πιάνονται οι αγγέλοι
πάνω στα ρέλια κρέμασα ξόρκια από φτερα
δεν είμαι 'γω που πόθησα, είν' η καρδια που θέλει
ταξίδι στα φλεγάμενα κι απόρθητα νερα
σ' ένα κλουβι από μέλισσες κρύβεις μια στάλα μέλι
κι εγω, που η μόνη τέχνη μου άγκυρες και πανια
δεν είν' αυτη η δίψα μου, μα η ψυχη, που θέλει
για μια σταγόνα βάλσαμο, φαρμάκι μια οκα
παντιέρα στο κατάρτι μου ένα μαβι κουρέλι
και στο αμπάρι έκρυψα μια μοίρα από φευγιο
δεν βοηθάει ο βυθος κι η αρμύρα δε με θέλει
σπασμένο το ακρόπρωρο κι ο χάρτης ρημαδιο
δεν ημερεύει το μυαλο, τ' όνειρο φτύνει βέλη
κει που στραγγίζει η αγκαλια γεννιέται μια πνοη
δεν είμ' εγω που ρίζωσα, το κύμμα βράχο θέλει
κείνο που ύπνο λόγιαζες, το λέω εγω ζωη
τρυγάνε οι κλέφτες το κρασι απ το κρυφο αμπέλι
αυτο που μοσχοπότησα με αίμα και φιλι
κάποτε σου φανέρωσα όσα η αλήθεια θέλει
μικρη μου ψεύτρα θάλασσα, σε πίστεψα πολυ
μη με φιλας!
θα κάψεις τ' απανόχειλο,
η ανάσα μου του δράκου κι αγκάλιασμα της άρνησης
μα η συμβουλη του κάκου...
μη με κοιτάς!
να μ' ομορφύνεις δεν μπορεις
το στίγμα του τρελλου θα με βαραίνει σύγκορμο
σα φόβος του θανάτου
μη μου μιλας!
στράφι η μελωδία σου
σαν κυμματάκι εφηβικο σπαράζει η φωνη σου
στην αγριοσύνη του στυγνου μου βράχου
μη με τρυπας!
δεν έχω αίμα να αρμέξεις
το χάρισα, το ξόδεψα, το πούλησα δυο γρόσσια
στη στέρφα φλέβα του Αθανάτου!
μα μη μου κλαις καρδούλα μου...
μη μου λυπάσαι...
και μην φοβάσαι...
σάμπως δεν ήξερες, τι θα μπορούσες νά 'σαι;
κι αν άλλος ήμουν κι όχι εγω
βρίσκω ένα λόγο να πνιγω
κι αν με δεχτει η θάλασσα
πάω και γειά μας!
κι αγάπα με απ τη στερια
εγω,
χορο θα στήσω σ' ένα απρόσιτο βυθο
να ξεχαστω
και στο κατόπι των καιρων
ασύδοτα θ' αναπολω
και θα κρατάω σε φυλακη
μ' ένα ρυθμο που δεν μπορω να θυμηθω
όλα τα κρίματά μας...
ένα μισοτελειωμένο τσιγάρο
ένα ημιτελες πόνημα
μισο ποτήρι με ρακη
μιση ψυχη
μισότρελλη εκδρομη
κάποιο μισο τραγούδι
μισογεμάτη στέρνα με νερο
μιση βροχη
και μισο χιόνι
ημίτονο
ημίμετρο
το μισο όνειρο
του μισου μυαλου
μισόκλειστος δρόμος
μισάνοιχτη πόρτα
κι η μέρα στη μέση
κι η νύχτα το μισο του μισου μου
ένα δεύτερο
πενήντα στα εκατο
πενήντα τα εκατο
απ την καρδια μου
μισοβρεγμένο δαδι
που ακόμη αγριολαμπαδιάζει ολάκερο
και με μισο σου φύσημα...
δεν ψάχνει η νύχτα λογικη
κι ένα μονάκριβο φιλι
φτάνει να την πλανέψει
δέν έχει ο άνεμος αρχη
κι ένα νυχτερινο γιατι
φτάνει να τον στερέψει
δεν έχει η νύχτα σιγαλια
και μια απόκρημνη αγκαλια
φτάνει να τη γκρεμίσει
δεν έχει η αγάπη αναπαμο
μα ένα φιλι πριν το χαμο
της φτάνει για ν' ανθίσει
μα τα μονάκριβα ακριβά γινήκαν και χαθήκαν
κι έμεινε η νύχτα στο γκρεμο
να τραγουδάει εσπερινο,
τα βράχια αποκριθήκαν:
-βάλε βρε νύχτα τα καλα, τα ρούχα τ' ασημένια
κι άμε στην άκρη του γκρεμου
να ερωτευτεις του φεγγαριου
τα φώτα τ'αγιασμένα
δεν έχει η νύχτα φυλακη
μα εφτα ποτήρια με ρακή
φτάνουν να την μεθύσουν
δεν έχει η θάλασσα μπογιες
μα δυο μονάκριβες ματιες
φτάνουν να τη βαφτίσουν
δεν ρίχνει η νύχτα κεραυνο
κι ένα φιλι που 'ναι αδειανο
φτάνει να τη βυθίσει
δεν δίνει ο έρωτας σοδια
μα ένα χάδι στη καρδια
του φτάνει για να ζήσει
μα τα μονάκριβα ακριβά γινήκαν και χαθήκαν
κι έμεινε η νύχτα στο βυθο
να τραγουδάει εσπερινο,
δελφίνια αποκριθήκαν:
-βάλε βρε νύχτα τα καλα, τα θαλασσόγκριζά σου
κι έλα στη μέση του γυαλου
για ν' αγαπήσεις του βυθου
τα ονειροδρόμιά σου
για τις νύχτες και τα φιλια που μας έκαναν να τις αγαπήσουμε για τις νύχτες που χάσαμε και για κείνες που περιμένουμε είθε άξιοι νά 'μαστε!
γίνομαι σκια
για να μην βλέπω το χαρακίρι της νύχτας
ή για να το βλέπω καλύτερα
για το χατήρι της απόστασης
γίνομαι αέρας
γίνομαι ήχος από τακούνια
στο κατηφορικο πλακόστρωτο της Κανθάρου
νερατζια κάτω απ' το Ρολόϊ
μετασχηματίζομαι σε μπουγιαμπέσα στο Φάληρο
γίνομαι ήχος από σπασμένο καθρέφτη
στην παραλία της Πειραϊκης
ρόδα χωρις φρένο
στην πλατεία της Φρεατίδας
πέτρα που κυλα
στο βράχο της Δραπετσώνας
γίνομαι σκια
γίνομαι κλάμα
και γέλιο
και ξομολογιέμαι στη θάλασσα
κι απομένω γυμνος
την απόφαση αναμένοντας
με γυμνες πατούσες πάνω στα βράχια
με γυμνες τύψεις
με γυμνες ανάσες
με ολόγυμνες επιθυμίες
για το χατήρι της απόστασης
για την στυγνη αυτοδικία της νύχτας
γίνομαι σκια, που αντέχει στο φως!
μούσα γραφτη του έρωτα, θεος σου τ' άγριο κύμμα
μα η ξενητια απ' τ' άλικο φιλι σου δεν βαστιέται
απ'την φωτια κι απ' το νερο πύργος ξαναγεννιέται
μιας Αφροδίτης η αγκαλια κι ανάσας πρώτο βήμα
γυναίκα μου αφόρητη ανέμου πεντοζάλη
ρίχνω το φως στο πέλαγο να σε κοιτω στα μάτια
Σαρακηνοι τα χτίσανε τα δυο σου τα παλάτια
κάνω ν'αφήσω το σπαθι και αίμα θέλει πάλι
κεράκι μου της Παναγιάς και φλόγα του διαβόλου
στ' άρμενα μιας αποκοτιας πρόδωσα την καρδια μου
κομμάτια κι αποσπάσματα στην αγκαλια της άμμου
της μνήμης τα λακτίσματα, το ένα του συνόλου
κόρη του Ήλιου των Τεμπών, της νύχτας μου κοχύλι
της μοναξιας αντίδωρο, της θάλασσας αρμύρα
κείνο το πρώτο το φιλι για φυλαχτο που πήρα
όσες και να το πέταξα μου μάγκωσε στο χείλι
κορίτσι χρυσοφτέρουγο, και μάγισσα της Θήρας
κλέβω του βράχου βότανο και του βυθου κοράλι
μάτωσα, μα κατάφερα να σ' ανταμώσω πάλι
στο δαχτυλίδι του καπνου, τι γύρισμα της Μοίρας...
λύρα γλυκολαλούσα μου, χορδη από μετάξι
κλέφτρα του νου μου ασύδοτη, η νότα της καρδιας σου
κράτα το ίσο του έρωτα συλλαβιστα κοντά σου
και κάνε τ' όνειρο πουλι, και άστο, θα πετάξει...
τώρα, αυτο το έγραψα πριν 13 μήνες περιπου
μου φάνηκε πως παραήταν λυρικο και το άφησα στ' αζήτητα
κι ακόμη έτσι μου φαίνεται... αλλα έτσι που ξεσκόνιζα
(ελλείψει εμπνεύσεως) τα παλια, ξεμύτησε
και απαίτησε να δει φως
τού 'κανα τη χάρη...
σ'ευχαριστω Αερικο μου! ισσοροπει το λυρισμο του από πάνου του... ;)
δεν έχω όνομα
ένα ψευδώνυμο απο δαύτα τα κοινα
τα φτηνα, συνηθισμένα
με δυο συλλαβες
σαν υλακές αδέσποτων
αλλιώτικα μου ακουγόταν στην αρχη
κι αλλιώτικα η ηχω του τώρα μου το φανερώνει
είναι που άδειασε η κάμαρα
κι ο καπνος λίγο τ' αντιπαλεύει
έστερξε νότα μυστικη να γίνει
στης ματαιοδοξίας του τ' απαύγασμα
εγω δεν έχω όνομα
μια αλληλουχία φωνηέντων
και συμφώνων είναι
που κατρακυλάνε τον ουρανίσκο
συντρίβονται στα δόντια
και συντελουν κραυγη
δυο συλλαβες ήταν απ' αρχης
μα είχε κι άλλη μια μικρη στην ουρά του
τώρα σαν κλωτσια σ' άδειο τενεκε
βουτια σε ρηχο γυαλο
και βότσαλο σε άπατο νταμάρι
είχα ένα όνομα
δικο μου πρέπει νά 'ταν
τώρα τούτο το λέω σα βρισια
σαν "άει σιχτιρ"
σαν βέβηλο και πρόστυχο κρεμαστάρι
σ' άγιο τέμπλο
κάποτε είχα ένα όνομα
δικο μου ήταν
δεν μου το χάρισαν
μήτε με βάφτισαν με δαύτο
μονάχος το διάλεξα
ή με διάλεξε εκείνο;
τώρα μόνο ένα ψευδώνυμο
ένα παρατσούκλι
απ' αυτα που κοροϊδεύουν τα παιδια στις πλατείες
τό 'κλεψαν;
ή το χάρισα;
δεν ξέρω
κατεβαίνω στο μώλο μπας και το βρω
μήπως και στη θάλασσα μού 'χει πέσει
ότι συχνα απο δω περνούσα
κολύμπι νά 'ξερε;
το δρόμο να βρει;
κάποτε είχα ένα όνομα
τώρα σιωπη
κι όχι που με κόφτει και πολυ
μονάχα που αν μ' αναζητήσει
δεν θα θυμάμαι πια πως με λέγανε
θά' μαι κάποιος άλλος
ανώνυμος...
ποιος διαφεντεύει του χαμου μας το θηρίο;
στις πολεμίστρες σάπια σκόνη κι αμνησία
που ταξιδεύει της ψυχης μας η ιστορία
σ' άδεια μπουκάλια και σ' ανάστροφο τοπίο
η μπαλωμένη η παντιέρα στο κουβούσι
κι οι φύλακές μας λιποτάκτες στα πορνεία
ποιοι ξεπουλάνε τις καρδιες στα χειρουργεία
κι εμεις νεκροι και ζωντανοι, φτηνο λεφούσι
φωνες ανόητες και στίχος που λιγώνει
σα δηλητήριο οχιας που τήνε τρέφουν
μ' αίμα και σπέρμα, κωμωδίες που αντέχουν
δόντια στη φλέβα κι άλλοι πιάνουν το τιμόνι
γιατι χαρίσαμε τις πύλες σε προφήτες;
κι εμεις ανόητοι, μικροι και τρομαγμένοι
σαν φαύλος όχλος που το τέλος περιμένει
ψεύτες κι απρόσιτοι σε υπόγεια και σοφίτες
όλοι Οιδίποδες και Μήδειες κι Εφιάλτες
στης μοναξιας μας το πηγάδι πριν πνιγούμε
με της αγάπης τ' άγιο λάδι ας βαφτιστούμε
εξαγνισμένοι, αμαρτωλοι κι επαναστάτες...
θέλω να γράψω μια απρόσμενη Φωνη
να σχεδιάσω στο χαρτι μια καταιγίδα
νά 'ναι τα γράμματα φτιαγμένα από αστραπή
και υστερόγραφο μια κόκκινη σφραγίδα
μία στροφη θέλω να γράψω, που να σφάζει
να μετρηθω με το θεριο, να το χαλάσω
μια Συβαρίτισσα να δω στο βράχο να σφαδάζει
και πριν προλάβει να μου πει, να προσπεράσω
θέλω τα χέρια μου να πάρουνε φωτιά
κι ό,τι έχω γράψει παρανάλωμα να γίνει
να βλαστημήσω τα καμμένα τα χαρτια
πριν τα πετάξω στου Αχέρωντα τη δίνη
θέλω να φτιάξω ένα όπλο από λυγμο
με μια λεπίδα από σώμα αναμμένο
μ'έναν αρχαίο πολεμικο αλλαλαγμο
στου νου το μάτι να τ' αφήσω καρφωμένο
μια αιτία θέλω με μελάνι να τη ντύσω
νά με μισήσει αυτη η μοίρα που με σώνει
να ταξιδέψω και το πέλαγο να βρίσω
να βρει λόγο η θάλασσα πάλι να με λυτρώνει
θα ξαπλωθω ανάσκελα στη πλάτη καρχαρία γυμνος, με μόνο όπλο μου ένα φιλι από ψέμμα στη μέση του Ωκεανου θα βρω την ιστορία να σκοτωθει που ήθελε, μονάχα από μένα...
δεν έχει ο δρόμος γιατρειά
κι η αρρώστια που μ' ορέγεται
κλειδια στερνα δε δίνει
η μνήμη που με έσωνε
εκει που ανασταίνεται
εκεί 'ναι που μ'αφήνει
φραγμένη η τρύπα του αυλου
κι η μουσικη που με χτυπάει,
το τύμπανο ραγίζει
σαν σύριγμα του κεραυνου
μια νότα απάνθρωπη πετάει
κι απόσταση ορίζει
άδειο βαγόνι στο σταθμο
τις ράγες που τ' απόθεσα
στ' όνειρο τις χρωστάω
γυμνες οι ρίζες της μιλιας
να τις ακούσω ξέχασα
κι εντός μου ξενυχτάω
μύδρος το άκαρπο φιλι
κι η λάμα η σαρακινη
τραγούδι δε νογάει
πιάνει και κόβει τα σχοινια
και σε πορεία γιορτινη
για το βυθο με πάει
τι κι αν με ζώσαν πάλι οι Ερυνείες
και στο λιμάνι με τραβουν οι πρόστυχες Μαινάδες
Μούσες που αυτομόλησαν με τυμπανοκρουσίες
άδεια μου χέρια, απούσες Συμπληγάδες
αυτο το δίδυμο, το είχα προγραμματισμένο για πριν καιρο
το πρόφτασαν εξελίξεις, μα και τότε μ' άρεσε πολυ
και τώρα πάλι καλο μου μοιάζει, καλο μας βράδυ!
μη με ρωτας για της γιορτης
τα στόρια τα κλεισμένα
για τα τραγούδια πού 'σκισα
τα αδικοχαμένα
μη με κοιτας στο μέτωπο
που μ' έχει σημαδέψει
της λήθης η δαγκωματια
της θύμησης η σκέψη
μονάχα ρώτα με για ποιον
απόψε τραγουδάω
για ποιό φεγγάρι δίδυμο
μεθω, παραπατάω
γιατί 'ναι η νύχτα πιο φτωχη
κι οι θάλασσες πιο μόνες
για μιά αλαβάστρινη ψυχη
ραγίσαν κι οι εικόνες
μη με ρωτήσεις που πονω
ποια άγκυρα με σώνει
και ποια φωνη απόστολου
το νου μου χαρακώνει
και μην κοιτάς που ξαγρυπνω
σ' ένα χορο επάνω
σε μιας καρδιας τ' αντίδωρο
στον φίλο που τον χάνω
μονάχα ρώτα με για ποιον
απόψε θα μεθύσω
και ποιό φεγγάρι δίδυμο
θα βγω να ξαναχτίσω
κι ας είναι η νύχτα πιο φτωχη
κι η θάλασσα πιο μόνη
μιά αλαβάστρινη ψυχη
κάθεται στο τιμόνι
θέλω στο κύμμα να ανάψω μια φωτια
θέλω να κόψω ένα πανι και να πετάξω
να κοιμηθω σε ένα στρώμα από σπαθια
να βρω μια τρύπα στην καρδια και να το σκάσω
θέλω να πιω ένα βαρέλι με κρασι
μια στάλα ήλιο να γευτω και να μεθύσω
ν' αντιπαλέψω τον καιρο που μισει
κι αν η αλήθεια κουραστει να μην ξυπνήσω
θέλω ένα ψέμα να κερδίσω μια ζαρια
θέλω να βρω μιαν αστραπη και να την κλέψω
να ξεκληρήσω ένα στρατο με μια ματια
να αιμοραγήσω το φιλι, να το στερέψω
θέλω να τάξω σε μια κόλαση νερο
να ξεριζώσω του παράδεισου τα δέντρα
να πω -κατάλαβα και πια δεν απορω,
που εκει στο μέρος της καρδιας έχω μια πέτρα
θέλω να σπάσω σε κομμάτια μια κραυγη
να τη χωρέσω σε μια σφαίρα απο φιλντίσι
να σημαδέψω της αγάπης τ' αρραγη
κι όπως θα σκάει στο ψαχνο να τα γκρεμίσει
θέλω υπόλογος να είμαι για το φόνο
να δικαστω από τρελλους και μεθυσμένους
μια κομπανία ισοβιτών να στελεχώνω
να δικαιώσω αυτης της γης τους κολασμένους....
το κομμάτι που περιμένω δεν έχει έρθει ακόμη
αλλα μια και ξεκινήσαμε, ας ακούσουμε ένα αγαπημένο κομμάτι
ακούγεται στην ταινία της Βερτμίλλερ, "Ιστορία Ερωτα και Αναρχίας"
όποιος δεν την έχει δει, να το κάνει!
υπάρχουν πάρα πολλες και πιο "εύηχες" εκτελέσεις
μα ώς γνωστον προτιμω δια βίου τα αυθεντικα
και οι στίχοι:
Canzone arrabbiata - Το τραγούδι της οργής
Τραγουδώ για τους δυστυχισμένους,
για μένα τραγουδώ.
Τραγουδώ για τούτο το φεγγάρι με οργή, κόντρα σε σένα
κόντρα σ' αυτούς που πλούσιοι είναι και δεν το ξέρουν,
κόντρα σ' αυτούς που την αλήθεια λεκιάζουν.
Περπατώ και τραγουδώ
για την οργή που με πνίγει.
Συλλογιέμαι τόσο κόσμο που στο σκοτάδι ζει,
μέσα στης πόλης τη μοναξιά.
Τις χίμαιρες των ανθρώπων συλλογιέμαι,
κι όλα αυτά τα λόγια τα χιλιοειπωμένα.
Τραγουδώ για τους δυστυχισμένους,
για μένα τραγουδώ.
Τραγουδώ για τούτο το φεγγάρι με οργή, κόντρα σε σένα.
Τραγουδώ για 'κείνον τον ήλιο που θα 'ρθει,
που θ' ανατείλει, που θα βασιλέψει.
Για τις χίμαιρες,
για την οργή που με πνίγει τραγουδώ.
είναι μέρες τώρα που μάζεψα το υλικο που είχα στα δύο μπλόγκς
το επόμενο στάδιο θα ήταν η οριστικη αποκαθήλωσή τους
κι εντάξει, το ενυδρείο έχει τερματίσει το ταξίδι του
και έχει ήδη κλείσει
όμως η μουσικη...
στάθηκα προχθες και φυλλομέτραγα όλες τις αναρτήσεις
απ' τον Αύγουστο του 2010
μία μία...
τα σχόλια
τις απαντήσεις
είδα το πόσο αμελής υπήρξα
στο να απαντάω σε πολλα απ' τα μηνύματά σας...
συγγχωρέστε με...
κι έφτασα στο τώρα
ή στο χθές καλύτερα
το μουσικο δελφίνι δεν υφίσταται πια
όμως η ανάγκη για επικοινωνία μέσα απ τη μουσικη
με όλους εσας που είστε, άλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο,
το παρεάκι της ψυχης μου
υφίσταται δρυμία και ανεξάντλητη...
είπα να διαγράψω όλες τις αναρτήσεις
και να ξεκινήσω σε μια "φρέσκια" σελίδα
δεν πήγαινε το χέρι μου...
αδυναμία;
ίσως
ματαιοδοξία;
όχι
ένας περίεργος ψυχικος φετιχισμος;
μπορει...
σημασία, για μένα τουλάχιστον,
έχει πως θα συνεχίζουμε να μιλάμε μέσα από εδω
και μέσα απ τη μουσικη
για τα επίσημα εγκαίνια,
περιμένω ένα συγκεκριμένο κομμάτι... :)
σας χαιρετω λοιπον και πάλι
δεν μου πήγαινε η καρδια...
κι όπως καλα γνωρίζεται
εκείνη κάνει κουμάντο...
πείτε με ανόητο συναισθηματικο
μα ό,τι κι όποιος κι αν πει
η πίστη μου στο συναίσθημα
ήταν και θα παραμείνει
η μοναδικη μου, ίσως, δύναμη ;)
This is the end
Beautiful friend
This is the end
My only friend, the end
Of our elaborate plans, the end
Of everything that stands, the end
No safety or surprise, the end
I'll never look into your eyes...again
Can you picture what will be
So limitless and free
Desperately in need...of some...stranger's hand
In a...desperate land
Lost in a Roman...wilderness of pain
And all the children are insane
All the children are insane
Waiting for the summer rain, yeah
There's danger on the edge of town
Ride the King's highway, baby
Weird scenes inside the gold mine
Ride the highway west, baby
Ride the snake, ride the snake
To the lake, the ancient lake, baby
The snake is long, seven miles
Ride the snake...he's old, and his skin is cold
The west is the best
The west is the best
Get here, and we'll do the rest
The blue bus is callin' us
The blue bus is callin' us
Driver, where you taken' us
The killer awoke before dawn, he put his boots on
He took a face from the ancient gallery
And he walked on down the hall
He went into the room where his sister lived, and...then he
Paid a visit to his brother, and then he
He walked on down the hall, and
And he came to a door...and he looked inside
Father, yes son, I want to kill you
Mother...I want to...WAAAAAA
C'mon baby,--------- No "take a chance with us"
C'mon baby, take a chance with us
C'mon baby, take a chance with us
And meet me at the back of the blue bus
Doin' a blue rock
On a blue bus
Doin' a blue rock
C'mon, yeah
Kill, kill, kill, kill, kill, kill
This is the end
Beautiful friend
This is the end
My only friend, the end
It hurts to set you free
But you'll never follow me
The end of laughter and soft lies
The end of nights we tried to die
This is the end
"Φθινόπωρο στον έρωτα απόψε ανατέλλει
αρισμαρί και μέλι μύρισαν τα βουνά
κι εγώ κοιτάζω σιωπηλός το χώμα το βρεγμένο
σαν κάρβουνο αναμμένο η ομορφιά πονά
Φιλί γυρεύω του ουρανού κι αυτός μου δίνει στάχτη
μα απ΄ της καρδιάς τ΄ αδράχτι σαν θέλω να κοπείς
Σαλεύουν τα πορτόφυλλα κι η κλειδωνιά γυρίζει
Αέρας μου σφυρίζει . Αν έρθεις μην αργείς
Γδύσου κι από τα μάτια μου πάρε νερό και πλύσου
ο χωρισμός θυμήσου είναι χειμωνανθός.
Τη λύπη την κατοίκησα σε νύχτα και σε μέρα.
Σ΄ αφήνω στον αέρα για να σε βρω στο φως
Η αγάπη φόβους και όνειρα δειπνά προτού ραγίσει
Στου πόνου το ξωκκλήσι αγιάζει η ερημιά
Κι εγώ μια θλίψη που ζητώ για να με σημαδέψει
το φως πριν βασιλέψει ,θα σ' αρνηθώ ξανά
Γδύσου κι από τα μάτια μου πάρε νερό και πλύσου
ο χωρισμός θυμήσου είναι χειμωνανθός
Τη λύπη την κατοίκησα σε νύχτα και σε μέρα
Σ΄ αφήνω στον αέρα για να σε βρω στο φως »
Κατηφορίζαμε τις θάλασσες παρέα
και τα νησιά μας χαιρετούσαν μεθυσμένα
Μας τραγουδούσανε πουλιά παραδεισένια
ήταν ωραία η ζωή, ήταν ωραία...
Μα ξεχαστήκαμε και βγήκαμε απ' το χάρτη
και άρχισε η νύχτα πάλι νύχτα να ζητάει
Κάποιον να πάρει αγκαλιά, να του μιλάει
τον πιο μικρό, τον πιο αθώο ναύτη...
Μόχα ο τρελός, Μόχα ο σοφός, Μόχα ο πνιγμένος
Μόχα, αυτός που όσο και αν πιεί πια δε μεθάει
Μες το λιμάνι τριγυρνάει μαγεμένος
Μόχα, αυτός που όλο τα κύματα κοιτάει...
Μόχα ο τρελός, ο σοφός, ο τελειωμένος
Μόχα, αυτός που τον ξεχώρισε η μοίρα
Τρέχει απ' τα μάτια του η σκουριά και η αλμύρα
Μόχα, αυτός που τραγουδάει ευτυχισμένος...
Ξέρω τα κύματα μια μέρα αυτά τα βράχια
θα τα διαλύσουν, θα τα κάνουν όλα σκόνη
Θα 'ρχεται 'κείνο το κορίτσι να ξαπλώνει
πάνω στην άμμο και να τραγουδάει τάχα...
Ότι θα έρθω από μακριά και 'γώ σε λίγο,
ότι θα μείνουμε εκεί μαζί για πάντα
Αντίο θάλασσες και κύματα σαράντα,
θα λέω ψέματα πως δε θα ξαναφύγω...
Έρχεται ο Μόχα ο τρελός πάλι χαμένος,
κοιτάει τις άγκυρες και όλο φωνάζει "βίρα!"
Μέσ' στο λιμάνι τριγυρνάνει μαγεμένος
Μόχα, η σκουριά η σκουριά και η αλμύρα...
άκληρος ναύτης
στα λιμάνια μεθυσμένος
δεν είν' αθώος
κι ούτε μικρος
της νύχτας κατασκεύασμα
σε μπίγα κρεμασμένος
να τόνε σέρνει ο άνεμος
μια πίσω
μια εμπρος...
άπαξ και διαδόχως? άντρα ωραίον σεβνταλη με χάρες άλλες τόσες, αχχχ! θα μου φύγει θα μου τον φαν, οι άπλησται οι γκιόσσες!"
και επειγόντως έδραμε
μπας και τονε προλάβει
να πέσει ως και γονυπετής
συγγχώρεση να λάβει
και γοερώς κλαυθημερόν
τον πρόφτασε στην θύρα
φορούσα μαύρον φόρεμα
με ύφος "κακομοίρα"
με ερυθρούς τους οφθαλμούς
(η άποψη ποικίλει)
κι ο άνδρας απερχόμενος
της έδωσε μαντήλι
της είπε πως θα μεταβεί
σε επαρχίαν άλλη
και ότι δεν τον αφορά
που πήγε μ άλλον άντρα
εφόσον ανσκαρδαμυκτί
ήτανε μια γαλιάντρα
στους τεθνεώντες της λυγμούς
και στην αλαζονία
μα και στα μάτια της τα μπλε
έβαλε μια τελεία.
και όσον και να στέναζε
και να εκλιπαρούσε
χαμογελούσε άνιδρος
κι ευθέως προχωρούσε
και τελευθέντων των λυγμών
ληχθέντων των δακρύων
ευθέως τον ερώτησεν
"θα μείνω εις το κρύον?"
κι εκείνος το περίμενε
με περισσήν λαχτάρα!
και ευθαρσώς απήντησε:
"ειλικρινώς αγαπητή,
δεν δίνω μιάν δεκάρα!!!"
γιατι το γέλιο, είναι θεραπευτικα αφροδισιακο!
αυτο το περίεργο γράφτηκε πριν ενάμιση χρόνο περίπου
προσπαθώντας να ξορκίσω κάτι δύσκολες μέρες
αποφάσισα να το δημοσιεύσω μια και δει δη χαμόγελου συνεπιβάται!
δυστυχως η τελευταία σκηνη της ταινίας
δεν υπάρχει ολόκληρη για embed αλλα και τόση καλη είναι... :)